Το άαρντ-γουλφ (Proteles cristata, Προτελής ο λοφιοφόρος) είναι μικρό, εντομοφάγο θηλαστικό, που ζει στην Ανατολική και στην Νότια Αφρική. Η ονομασία του σημαίνει «λύκος του εδάφους» στα Αφρικάανς[2]. Το άαρντ-γουλφ ανήκει στην ίδια οικογένεια με τις ύαινες. Αντίθετα από τους συγγενείς του, τα σαρκοφάγα, το άαρντ-γουλφ δεν κυνηγά μεγάλα ζώα, ούτε καν τρώει κρέας σε κανονική βάση· αντίθετα τρώει έντομα, κυρίως τερμίτες - ένα άαρντ-γουλφ μπορεί να φάει 200.000 τερμίτες σε μία μόνο νύχτα χρησιμοποιώντας την μακριά, κολλώδη γλώσσα του για να τους πιάσει.
Το άαρντ-γουλφ είναι το μόνο σωζόμενο είδος της υποοικογένειας Protelinae. Υπάρχουν δύο υποείδη: Proteles cristatus cristatus της Νότιας Αφρικής και Proteles cristatus septentrionalis της Ανατολικής Αφρικής[3][4].
Το άαρντ-γουλφ συνήθως κατατάσσεται στις Υαινίδες, μολονότι παλιότερα κατατασσόταν στην οικογένεια Protelidae. Ζει στις θαμνώδεις περιοχές της ανατολικής και της νότιας Αφρικής - αυτές είναι ανοιχτές εκτάσεις γεμάτες με κατσιασμένα δέντρα και θάμνους. Τα άαρντ-γουλφ συνήθως κρύβονται σε λαγούμια κατά την διάρκεια της ημέρας, και έπειτα βγαίνουν έξω την νύχτα για να αναζητήσουν τροφή. Η διατροφή τους σχεδόν πάντα αποτελείται από τερμίτες, προνύμφες εντόμων, και κουφάρια μεγαλύτερων ζώων[5].
Το άαρντ-γουλφ μοιάζει με μία πολύ λεπτή ραβδωτή ύαινα, αλλά με πιο λεπτή μουσούδα, πιο μυτερά αυτιά, μαύρες κάθετες ρίγες σε ένα κιτρινωπό τρίχωμα, και μία μακριά, ευδιάκριτη χαίτη από την μέση του λαιμού και πίσω. Η χαίτη υψώνεται κατά την διάρκεια αναμετρήσεων με σκοπό να κάνει το άαρντ-γουλφ να φαίνεται μεγαλύτερο. Έχει μήκος περίπου 55-80 εκατοστόμετρα, χωρίς την φουντωτή ουρά του, η οποία έχει μήκος 20-30 εκατοστόμετρα[6], και ύψος περίπου 40-50 εκατοστόμετρα ως τους ώμους[7]. Ένα ενήλικο άτομο ζυγίζει περίπου 9-14 χιλιόγραμμα[5]. Τα μπροστινά πόδια έχουν πέντε δάχτυλα το καθένα, εν αντιθέσει με την τετραδάκτυλη ύαινα[3]. Τα δόντια και και το κρανίο είναι όμοια με αυτά της ύαινας, αν και μικρότερα[7], και οι γομφίοι του είναι εξειδικευμένοι στην κατανάλωση εντόμων[3].
Καθώς γερνάει, θα χάνει κανονικά κάποια από τα δόντια του, μολονότι αυτό έχει μικρό αντίκτυπο στις διατροφικές του συνήθειες αφού τα έντομα με τα οποία τρέφεται είναι μαλακά[5]. Έχει δύο πρωκτικούς αδένες που εκκρίνουν ένα μοσχομυρωδάτο υγρό για να σημαδεύει την περιοχή του και για να επικοινωνεί με άλλα άαρντ-γουλφ.
Τα άαρντ-γουλφ ζουν σε ανοιχτούς, ξηρούς κάμπους και θαμνότοπους, αποφεύγοντας τις ορεινές περιοχές. Λόγω των ειδικών διατροφικών απαιτήσεων, απαντώνται μόνο σε περιοχές όπου βρίσκονται τερμίτες της οικογένειας των Οδοτερμιτίδων. Οι τερμίτες αυτής της οικογένειας εξαρτώνται από το νεκρό και ξεραμένο γρασίδι και είναι πολυπληθέστεροι σε έντονα βοσκημένους λειμώνες και σαβάνες, συμπεριλαμβανομένων και των καλλιεργήσιμων εκτάσεων.
Υπάρχουν δύο διαφορετικοί πληθυσμοί: ο ένας στην Νότια Αφρική, και ο άλλος στην Ανατολική και την Νοτιοανατολική Αφρική. Δεν κατοικούν στα ενδιάμεσα δάση μιόμπο.
Τα άαρντ-γουλφ είναι φοβητσιάρικα και νυκτόβια, και κοιμούνται την ημέρα σε υπόγεια λαγούμια[3]. Χρησιμοποιούν συνήθως χρησιμοποιούν υπάρχοντα λαγούμια άαρντβαρκ, υστρίχων ή πηδητών, παρά το ότι είναι ικανά να κατασκευάζουν τα δικά τους.
Έχουν συχνά χαρακτηρισθεί λανθασμένα ως μοναχικά ζώα. Στην πραγματικότητα, ζουν σε μονογαμικά ζευγάρια με τα μικρά τους, υπερασπίζοντας την ίδια περιοχή[8].
Τα άαρντ-γουλφ δεν είναι γρήγοροι δρομείς ούτε είναι ιδιαίτερα έμπειρα στις μάχες με τα αρπακτικά. Επομένως, όταν απειλούνται, προσπαθούν να παραπλανήσουν τον εχθρό τους κάνοντας μεταβολή πάνω στα ίχνη τους. Αν βρεθούν αντιμέτωπα σηκώνουν την χαίτη για να φαίνονται πιο απειλητικά. Εκκρίνουν επίσης ένα δυσώδες μείγμα από τους πρωκτικούς τους αδένες[7].
Το άαρντ-γουλφ τρέφεται πρωτίστως με τερμίτες και πιο συγκεκριμένα με το είδος Trinervitermes trinervoides[6]. Την νύχτα, ένα άαρντ-γουλφ μπορεί να καταβροχθίσει έως και 200.000 τερμίτες, χρησιμοποιώντας την μακριά, κολλώδη γλώσσα του[5]. Προσέχει ιδιαίτερα να μην καταστρέψει την φωλιά και να μην καταβροχθίσει ολόκληρη την αποικία, πράγμα το οποίο εξασφαλίζει ότι οι τερμίτες μπορούν να αποκατασταθούν και επομένως μία συνεχή προμήθεια τροφής. Συχνά απομνημονεύει την τοποθεσία τέτοιων φωλιών και επιστρέφει σ΄αυτές γλιτώνοντας τον κόπο να βρει άλλες. Είναι γνωστό επίσης ότι τρέφεται με άλλα έντομα, προνύμφες, αυγά και, περιστασιακά, με μικρά θηλαστικά και πουλιά. Αντίθετα από τις άλλες ύαινες, τα άαρντ-γουλφ δεν κυνηγάνε μεγαλύτερα ζώα ούτε τρώνε τα κουφάρια τους. Το ενήλικο άαρντ-γουλφ εθεωρείτο παλιότερα ότι αναζητά τροφή σε μικρές ομάδες[7], όμως πιο πρόσφατες έρευνες έδειξαν ότι αναζητούν την τροφή τους κυρίως μόνα τους[8], πράγμα που είναι αναγκαίο λόγω της σπανιότητας και της ομοιογενούς κατανομής των εντόμων που αποτελούν την λεία τους.
Η αναπαραγωγική περίοδος ποικίλει ανάλογα με την περιοχή, αλλά κανονικά λαμβάνει χώρα κατα την διάρκεια της άνοιξης ή του φθινοπώρου. Κατά την αναπαραγωγική περίοδο, τα αρσενικά άαρντ-γουλφ που δεν έχουν ζευγαρώσει αναζητούν στην περιοχή τους ένα θηλυκό για να ζευγαρώσουν. Τα ισχυρότερα αρσενικά ζευγαρώνουν επίσης με τα θηλυκά λιγότερο ισχυρών γειτονικών άαρντ-γουλφ. Αυτό έχει συχνά ως αποτέλεσμα διαμάχες μεταξύ δύο αρσενικών όταν το ένα τριγυρίζει στην περιοχή του άλλου. Η κυοφορία διαρκεί 90 με 110 ημέρες, και γεννιούνται ένα με πέντε κουτάβια (συνήθως δύο ή τρία) κατά τη διάρκεια της εποχής των βροχών (Νοέμβριος-Δεκέμβριος)[7], όταν οι τερμίτες είναι δραστήριοι[3]. Τα κουτάβια περνάνε τις πρώτες έξι με οχτώ εβδομάδες με την μητέρα τους μέσα στο λαγούμι. Ύστερα από τρεις μήνες, αρχίζουν, με επίβλεψη, να αναζητούν τροφή και σε τέσσερις μήνες είναι κανονικά ανεξάρτητα, μολονότι συχνά μοιράζονται ένα λαγούμι με την μητέρα τους μέχρι την επόμενη αναπαραγωγική περίοδο. Μπορούν να ζήσουν έως και 15 χρόνια όταν βρίσκονται στην αιχμαλωσία[9].
Τα άαρντ-γουλφ δεν έχουν ελαττωθεί και είναι σχετικά διαδεδομένα σε ολόκληρη την ανατολική Αφρική. Ζουν αραιά στην περιοχή τους, καθώς έχουν πληθυσμιακή πυκνότητα όχι μεγαλύτερη από 1 ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, αν η τροφή είναι αρκετή. Λόγω αυτών των παραγόντων η IUCN αξιολόγησαν το άαρντ-γουλφ ως είδος ελαχίστης ανησυχίας[10].
Η γεωργία μπορεί να δημιουργήσει αρνητικές επιπτώσεις για τον πληθυσμό τους λόγω της χρήσης δηλητηρίων από τους αγρότες[1]. Θεωρούνται συχνά χρήσιμα και μη επικίνδυνα ζώα από τους αγρότες. Ωστόσο, σε ορισμένες περιοχές τα άαρντ-γουλφ θηρεύονται για τη γούνα τους. Τα συναπαντήματα με τα σκυλιά είναι μια ακόμα απειλή.
|coauthors=
ignored (|author=
suggested) (βοήθεια) Το άαρντ-γουλφ (Proteles cristata, Προτελής ο λοφιοφόρος) είναι μικρό, εντομοφάγο θηλαστικό, που ζει στην Ανατολική και στην Νότια Αφρική. Η ονομασία του σημαίνει «λύκος του εδάφους» στα Αφρικάανς. Το άαρντ-γουλφ ανήκει στην ίδια οικογένεια με τις ύαινες. Αντίθετα από τους συγγενείς του, τα σαρκοφάγα, το άαρντ-γουλφ δεν κυνηγά μεγάλα ζώα, ούτε καν τρώει κρέας σε κανονική βάση· αντίθετα τρώει έντομα, κυρίως τερμίτες - ένα άαρντ-γουλφ μπορεί να φάει 200.000 τερμίτες σε μία μόνο νύχτα χρησιμοποιώντας την μακριά, κολλώδη γλώσσα του για να τους πιάσει.
Το άαρντ-γουλφ είναι το μόνο σωζόμενο είδος της υποοικογένειας Protelinae. Υπάρχουν δύο υποείδη: Proteles cristatus cristatus της Νότιας Αφρικής και Proteles cristatus septentrionalis της Ανατολικής Αφρικής.
Το άαρντ-γουλφ συνήθως κατατάσσεται στις Υαινίδες, μολονότι παλιότερα κατατασσόταν στην οικογένεια Protelidae. Ζει στις θαμνώδεις περιοχές της ανατολικής και της νότιας Αφρικής - αυτές είναι ανοιχτές εκτάσεις γεμάτες με κατσιασμένα δέντρα και θάμνους. Τα άαρντ-γουλφ συνήθως κρύβονται σε λαγούμια κατά την διάρκεια της ημέρας, και έπειτα βγαίνουν έξω την νύχτα για να αναζητήσουν τροφή. Η διατροφή τους σχεδόν πάντα αποτελείται από τερμίτες, προνύμφες εντόμων, και κουφάρια μεγαλύτερων ζώων.