Το τσιντσιλά (προφέρεται στα ισπανικά: Τσιντσίγια) είναι τρωκτικό της οικογένειας των τσιντσιλιδών. Το όνομά του σημαίνει "μικρός Τσίντσα" και προέρχεται από τη φυλή Τσίντσα (Chincha) των Άνδεων, τα μέλη της οποίας φορούσαν γούνες του ζώου.
Ένα χαρακτηριστικό του ζώου είναι η εκτροφή του για την καλής ποιότητας γούνα του.
Το τσιντσιλά είναι μικρό σε μέγεθος και μοιάζει με λαγό. Συνήθως έχει χρώμα γκρίζο ασημί, αλλά υπάρχουν διάφορες χρωματικές παραλλαγές που αναπτύχθηκαν στην αιχμαλωσία. Έχει τρίχωμα λεπτό και μαλακό σαν μετάξι, και διαθέτει τη μεγαλύτερη πυκνότητα τριχοφυΐας από όλα τα ζώα της ξηράς, με περισσότερες από 20.000 τρίχες ανά τετραγωνικό εκατοστό. Ενώ στους ανθρώπους από το κάθε τριχοθυλάκιο φύεται μια τρίχα, στα τσιντσιλά υπάρχουν περισσότερες από 50 τρίχες σε ένα τριχοθυλάκιο. Το τρίχωμά τους είναι τόσο πυκνό, που είναι δύσκολο για τα παράσιτα όπως οι ψύλλοι, να ζήσουν σ' αυτό.
Τα τσιντσιλά είναι γηγενή των Άνδεων. Στη φυσική τους κατάσταση κατοικούν στη Νότια Αμερική και κυρίως στη Βολιβία, στη Χιλή και το Περού. Όμως από το 1923, που ο Ματίας Τσάπμαν (Mathias F. Chapman) έφερε στις ΗΠΑ 11 αιχμάλωτα άγρια τσιντσιλά, από τα οποία τα 4 ήταν θηλυκά, ζουν και σε ζωολογικούς κήπους στη Βόρεια Αμερική. Από το 1960 τα τσιντσιλά έχουν γίνει πολύ δημοφιλή ως κατοικίδια.
Είναι γνωστά δυο είδη τσιντσιλά:
Στη φύση, τα τσιντσιλά ζουν σε αποικίες. Τα θηλυκά είναι πολύ μεγαλύτερα από τα αρσενικά (φυλετικός διμορφισμός). Μπορούν να ζευγαρώσουν σε κάθε εποχή του χρόνου. Έχουν μακρόχρονη περίοδο κύησης σε σχέση με άλλα τρωκτικά (111 ημέρες), γι' αυτό και τα μικρά τους γεννιούνται με γούνα και με τα μάτια τους ανοιχτά. Σε περίπτωση αποβολής, το έμβρυο τσιντσιλά απορροφάται από το σώμα της μητέρας του.
Στη φύση τα τσιντσιλά κατοικούν σε φωλιές που σκάβουν ή σε σχισμές βράχων. Κάνουν άλματα μέχρι και πέντε πόδια πάνω από το κεφάλι τους, και τρέφονται με φυτά, φρούτα, σπόρους και μικρά έντομα. Για να καθαρίσουν τα τσιντσιλά τη γούνα τους από τις λιπαρές ουσίες και την υγρασία, συνηθίζουν να κυλιούνται σε σκόνη ή ηφαιστειακή στάχτη.
Σε αιχμαλωσία τα τσιντσιλά ξεπερνούν τα 20 χρόνια ζωής, και φτάνουν το ένα πόδι σε μήκος, αλλά δεν ξεπερνούν τα 10 χρόνια ζωής σε χώρες όπου δεν μπορούν να συνηθίσουν το κλίμα. Ζώα του ίδιου φύλου - αρσενικά ή θηλυκά - μπορούν να ζήσουν ειρηνικά σε κλουβί με κατάλληλο μέγεθος, όταν όμως βρεθούν εκεί και ζώα του αντίθετου φύλου, θα μονομαχήσουν οπωσδήποτε για να ζευγαρώσουν. Και τα θηλυκά τσιντσιλά μονομαχούν σε τέτοιες περιπτώσεις. Επίσης εάν μικρά αρσενικά αφεθούν στο ίδιο κλουβί με τη μητέρα τους, μεγαλώνοντας θα ζευγαρώσουν μαζί της.
Η τροφή τους αποτελείται κυρίως από ξηρά τροφή όπως σταφίδες, χαρούπια, διάφοροι σπόροι και καρποί. Δεν συνιστάται να ταΐζονται τροφές με πολλά σάκχαρα, δηλαδή τροφές με γλυκιά γεύση. Τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους αυξάνονται πολύ εύκολα. Ακόμη, απαγορεύεται να τους δίνεται κρέας, κοτόπουλο ή και ψάρι, διότι μπορεί να αναπτύξουν επιθετική συμπεριφορά απέναντι στον ιδιοκτήτη τους.
Τα τσιντσιλά είναι όμορφα και χαριτωμένα κατοικίδια. Παράλληλα όμως, είναι από τη φύση τους νευρικά και δεν τους αρέσει να τα πιάνουν. Τα τελευταία χρόνια πωλούνται και στην Ελλάδα κατοικίδια τσιντσιλά. Είναι ιδιαίτερα ήσυχα και άοσμα. Οι ακαθαρσίες τους στερεοποιούνται άμεσα και είναι ακίνδυνες. Ο μόνος θόρυβος που μπορεί να κάνουν είναι μικρές "στριγκλιές" που είναι αμφίβολο τι εκφράζουν. Η περιποίησή τους είναι απλή και ανέξοδη. Μία σακούλα τροφή 500ml κρατάει 1-2 μήνες. Τα ροκανίδια ή τα χόρτα που είναι απλωμένα κάτω στο κλουβί πρέπει να αλλάζονται κάθε 3-4 εβδομάδες ή και πιο συχνά. Η ειδική άμμος για την καθαριότητα του τσιντσιλά μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί αφού κοσκινιστεί από τυχόν απορρίμματα και πρέπει να τοποθετείται σε ένα μεγάλο δοχείο μέσα στο κλουβί κάθε μήνα. Καλό είναι να αγοράζεται καινούργια άμμος κάθε 6 μήνες.
Στη φύση το τσιντσιλά έχει ως εχθρούς τα γεράκια, τους μεφίτες, τα αιλουροειδή και τα κυνοειδή. Όμως μεγάλος εχθρός του είναι και ο άνθρωπος. Το διεθνές εμπόριο της γούνας του ξεκινά από το 1500 μ.Χ. και εξαιτίας του τα τσιντσιλά έφτασαν να είναι πολύ σπάνια τον 19ο αιώνα.
Το τσιντσιλά (προφέρεται στα ισπανικά: Τσιντσίγια) είναι τρωκτικό της οικογένειας των τσιντσιλιδών. Το όνομά του σημαίνει "μικρός Τσίντσα" και προέρχεται από τη φυλή Τσίντσα (Chincha) των Άνδεων, τα μέλη της οποίας φορούσαν γούνες του ζώου.
Ένα χαρακτηριστικό του ζώου είναι η εκτροφή του για την καλής ποιότητας γούνα του.